Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Ηταν μια φορά ένα έτος...

Μια φορά και έναν καιρό...

... θέλω να πω ένα παραμύθι αλλά φοβάμαι. Μη θυμώσει η ζωή. Πως λέω ψέματα.
Καλύτερα μια αληθινή ιστορία (aλλά με ένα ‘αντίο’. Ξανά.  Έτσι τελειώνουν τα αληθινά παραμύθια).

Λοιπόν... ήταν μια φορά ένα έτος, που το έλεγαν 2011. Ήρθε σπίτι μια κρύα χειμωνιάτικη βραδιά, με άστατες καιρικές συνθήκες. Δε φταίει που ήρθε μες το κρύο. Έτσι κάνει κάθε χρόνο. Κανείς μας δεν πίστεψε πως θα τα καταφέρει. Εκείνο όμως, ήρθε μαζί με τις εποχές του και τον αέρα του, απτόητο κι όλο αθώες υποσχέσεις, όπως κάνουν όλοι όσοι δεν έχουν φθαρεί από το χρόνο και  τις αποτυχίες στα όνειρα.
Στόχευα να το προσγειώσω αλλά κωλυσιέργισα από τη μικρή γλυκιά νάρκη που παρέλυσε το νου μου η άνοιξη που κουβάλησε μαζί του. Δείγματα από ξεχασμένες αξίες, ανάγκες και αλήθειες εισχωρούν και βολεύονται σε κενά σημεία ανάμεσα στα δείγματα ζωής, κενά που δεν είχα δει. Τ’ άφησα ελεύθερα επειδή ήμουν σίγουρη πως μπορώ να τα ελέγξω. Αχ, νιότη!
Μπερδεύτηκα με τη λιακάδα που επέβαλλε το καλοκαίρι του και μια μέρα, μετά το ηλιοβασίλεμα που ξέκλεψα χρόνο για σκέψη, συνειδητοποίησα κάτι που μου θύμισε την αυταπάτη των εξαρτημένων. Καλοπερνώ, τ’αφήνω, τ’αφήνω... καλοπερνώ, τ’αφήνω... κακοπερνώ... είμαι μέσα στο χορό, έχω εξοντώσει τις επιλογές και ανακαλύπτω πως δεν είναι πια ένα παιχνίδι ανακάλυψης ορίων. Είναι ένα παιχνίδι μετακίνησής τους. Επαναπροσδιορισμού τους. Ενηλικίωσης. Και πριν καλά καλά το καταλάβω φθινοπώριασε.
Είναι πλέον ένα έτος που αρχίζει και μεγαλώνει. Παύει να είναι όσο αθώο ξεκίνησε, έχει απαιτήσεις και όρους που θυμίζουν ‘μεγάλους’. Και οι μεγάλοι δεν παίζουν.
Κάθομαι και το κοιτώ κάνοντας υποθέσεις όπως πάντα όταν κάποιος (που κάνει κουμάντο μονομερώς) δε μιλά και σε ωθεί να μαντεύεις. Συνειδητοποιώ πως, μέρες τώρα, μπορεί και 365, δεν κάνει άλλο από το να μου κλέβει ψυχή και ζωή με ότι τρόπο μπορεί και μ’ αφήνει πίσω με το  βλέμμα της απορίας και της στέρησης (του ζωτικού) να κοιτώ την πόρτα που ανοίγει, καθώς φεύγει εντελώς αποφασιστικά, ν’ ακούω τον τελευταίο του ψίθυρο που αναπαράγεται σαν ηχώ... να προσέχεις.... να ζήσεις το τώρα σου... βρες τον τόπο και τον τρόπο του συμβιβασμού σου κι αύριο βλέπουμε... Και φεύγει. Δεν μπορώ να το κρατήσω πίσω. Δεν με ρωτάει καν. Έτσι κάνει ο χρόνος!
Και ζει πάντα καλά...
Αν είναι έτσι λοιπόν, στο καλό παλιό έτος. Well done! Δεν τα πάω καλά με τα ‘αντίο’ ούτε με τα ‘περίμενε’. Μου’ ρχεται να σκίσω τα φύλλα από το ημερολόγιο, χωρίς καν να διαβάσω τα στιχάκια! Το νέο πλησιάζει αστραφτερό πίσω από κάτασπρες νυφάδες χιονιού, ξεχασμένα χριστουγεννιάτικα στολίδια, και παράφωνες νότες από πιτσιρίκια που καλοπιάνουν τον Άγιο των Δώρων. Και γω ανυπομονώ να το υποδεχτώ.
Αυτό είναι αλήθειααα!
Ζωή, δεν μπορείς να μου θυμώσεις. Δε μ’ αφήνεις να λέω παραμύθια, αλλά τα αληθινά μπορώ να στα διηγηθώ παράφωνα, με όση χρυσόσκονη ή χριστουγεννιάτικη μαγεία θέλω και, ασφαλώς, το απαραίτητο happy end τους!

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2011

What a diference a date can make?


To soundtruck της μέρας, μιας όποιας 17ης Νοέμβρη, θα μπορούσε να είναι αυτό:



Γιατί σήμερα, στη χώρα που ζω, δεν έχει καμιά σημασία αν είναι 16, 17 ή 18 Νοέμβρη. Αυτό που διαχωρίζει την κάθε μέρα από τις άλλες στα μέσα του Νοέμβρη, δεν είναι κάτι μεγάλο, αλλά μικρά πράγματα στη ζωή του καθένα. Ακόμα και το κρύο είναι ίδιο τρεις μέρες τώρα και στις ειδήσεις 'αφήνουν' την Ελλάδα να ξαποστάσει για λίγο, μια και ο νέος μας πρωθυπουργός τους 'κάνει' για τη δουλειά που τον θέλουν.

Στον κύκλο μου αυτό που κάνει τη χτεσινή μέρα να ξεχωρίσει από την σημερινή είναι πως... ο φίλος μας ο Jerry έχασε τον πατέρα του και ψάχνει εσπευσμένα εισιτήρια και βίζες για το Σουρινάμ, να του πει αντίο. Δυστυχώς δεν μπορούμε να πάμε μαζί του. Για τους υπόλοιπους φίλους αυτό που διαχωρίζει τη σημερινή μέρα από την αυριανή, είναι πως αύριο το βράδυ έχουν ραντεβού εδώ στο σπίτι, για μια δόση αγαπημένης Ελλάδας σε χαρτί περιτυλίγματος που 'μιλά στη γλώσσα τους'... a day before είναι πάντα μέρα απίστευτης ανυπομονησίας.

Και για μένα σήμερα, θα ήταν μια μέρα σαν τις άλλες. Αν δεν είχα προσέξει την ημερομηνία, όπως συμβαίνει συχνά. Την πρόσεξα όμως. Και είδα το 17. Και αυτή δεν είναι μια μέρα που την κάνει το 'ελάχιστο' να ξεχωρίζει από τις άλλες. Αλλά το μέγιστο. Η πρώτες μου παιδικές αναμνήσεις. Δεν έχω τίποτα πιο παλιό από αυτό.

Μοιραία το σάουντρακ της μέρας μου σήμερα, εδώ που ζω, στη βορειοδυτική Ευρώπη έγινε αυτό:



Σε κείνες τις πρώτες παιδικές αναμνήσεις, ο μπαμπάς φορούσε μπερέ και ζιβάγκο. Κάπου τα έχει πετάξει γιατί είχε 4 παιδιά να μεγαλώσει και δεν μπορούσε να παρακολουθήσει τη 'μόδα'. Εμείς όμως μεγαλώσαμε ξέροντας που να βρούμε άλλα... μέρες που είναι... αν χρειαστεί... έτσι για να μη πάει χαμένο αυτό που κραύγασαν όσοι μάτωσαν και όχι αυτό που σφετερίζονται όσοι βολεύτηκαν από τη σύμπτωση!

Αν δεν είχες φτιάξει blog, φτιάξε τώρα ένα κόμμα!


Προλαβαίνεις. Έχουμε σκοπό να διατηρήσουμε αυτή την κατάσταση αναμονής ως το άπειρο, κάνει καλό στα νεύρα.

Μην πάω για ύπνο, εκεί ξυπνάω

Τώρα σκέφτομαι πως κάποτε ήταν στη μόδα τα μπλογκ και γίναμε όλοι λογοτέχνες, εξού και άνθισε η ελληνική @once, η δε είδηση βρήκε τα κανάλια διεξόδου της και σύγχρονες μορφές έκφρασης της αλήθειας της!

Σήμερα είναι στη μόδα τα κόμματα και ξαφνικά φτιάχνει ο καθένας από μια μικρή, αλτρουιστικά κατευθυνόμενη πάντα, ομάδα που έχει ματιά στραμμένη στο κτήριο με τον μαγνήτη στην οδό Β. Σοφίας και Αμαλίας, με στόχο που δεν εμπεριέχει προσωπικό όφελος, αλλά μόνο επειδή κατέχει το μυστικό διάσωσης αυτής της χώρας που υπεραγαπά.

Ποτέ άλλοτε, στα βάθη της αξιοπρεπούς ιστορίας, δεν υπήρξε μια χώρα που πήγαινε τόσο σκ..τá ενώ την κατοικούσαν τόσοι πολλοί που ήξεραν ακριβώς ποιο είναι το σωστό που πρέπει να γίνει για να πάει καλά…
     
                                                                                                  blogger-emoticon.blogspot.com

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Κρίσης side effects στην ψυχολογία

Είναι πολύ περασμένα μεσάνυχτα και πετάχτηκα από το κρεβάτι γελώντας. Δεν ξέρω πως συνέβη αλλά μάλλον επειδή το τελευταίο που διάβασα πριν πάω να κοιμηθώ ήταν ένας τίτλος: ‘Γιατί δεν μπορεί να σώσει τη χώρα ο νέος πρωθυπουργός’.

Γιατί ρε φίλε, μπορούσε ο παλιός; Ή μεταξύ του παλιού και του νέου υπάρχει και τίποτα άλλο που μπορεί να τη σώσει αλλά μας το φυλάς για έκπληξη στο τέλος, μη δε διαβάσουμε όλο το άρθρο πρώτα…

Το καλό το είπε ένας φίλος προχτές (αν και υποψιάζομαι πως κυκλοφορεί στο διαδίκτιο): Αποφασίστε τι θα κάνετε για να ξέρουμε και τι νόμισμα θα χώσουμε στη γαλοπούλα…

ΥΓ: Το νόμισμα ξέρω πως δε θα το χώσουμε στην γαλοπούλα αλλά όπως το κοίταζα λυπόμουν να το χαλάσω. Το βρήκα πολύ κομψό το τυπογραφικό μου. Μόλις το σύνδεσα με κέντρο (up there, behind the eyes) μού ήρθε στο μυαλό μια γαλοπούλα ροδαλή από το ψήσιμο, ξαπλωτή στη μέση του τραπεζιού με τα μισά ποδάρια τ’αψήλου, με ένα κέρμα στον πισινό και μια ροτόντα νεκρόφιλους να την φλερτάρει… κι ότι το πρόβλημα ήταν, λέει, αν το νόμισμα είναι λευκόχρυσο, ασημένιο, μπρούντζινο ή κάλπικο. Σκασίλα της μεγάλη στην κατάσταση που είναι!

Με κάτι τέτοια γελάω καμιά φορά (εδώ που καταντήσαμε, άστο ασχολίαστο) αλλά μετά ξενέρωσα γιατί σκέφτηκα πως όλο αυτό δεν apply στην περίπτωση της βασιλόπιτας…

Καθώς έκανα την λογοτεχνική ανάγκη μου ξαναπηγαίνω για ύπνο με τη σκέψη πως πριν πάω να κοιμηθώ ή αφού γλαρώσω, τριγυρνάει στο νου μου ένας πρωθυπουργός, μια γαλοπούλα, η βασιλόπιτα που μάλλον ούτε φέτος θα φάμε (αν δεν μάθουμε να τη φτιάχνουμε) και ένα νόμισμα που δεν διακρίνεται ξεκάθαρα (να θυμηθώ να μου το πούνε στον καφέ)… πως συνδέονται όλα αυτάααα και τι δουλειά έχουν στο μαξιλάρι μου μέσα στη μαύρη νύχτα; Ψυχολογικά side effect της κρίσης;

Γιατί πάντα μετά το υστερόγραφο θέλω να πω τόσο πολλά; Το παθαίνω και στο ΦέιςΜπουκ.

Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2011

Και πέρσι; Όχιιιιι...

Ένας φίλος μού είπε (τότε που ήμασταν πιο παιδιά) πως θα είμαι τυχερή να μη γνωρίζω πού και πώς θα με βρει ο επόμενος χρόνος, γιατί δεν υπάρχει χειρότερο πράμα από το ‘να διαβάζεις συνεχώς την ίδια σελίδα σε ένα βιβλίο’ ή… να ξέρεις το μέλλον της ζωής σου από την αρχή της.

Αυτό το φθινοπωρινό σαββατόβραδο, ήταν μοιραίο να γευτώ κάτι που δεν έχω συνηθίσει… τη βαρετή ουσία της ανεπιθύμητης επανάληψης.

Ο συνειρμός ξεκίνησε από μια τυχαία βόλτα για να θυμηθώ τι σκεφτόμουν τέτοιες μέρες ένα χρόνο πριν και διαπιστώνω πως για πρώτη φορά, ίσως, η ζωή μου (ή ένα σημαντικό κομμάτι της) δεν πήγε παραπέρα, δεν άλλαξε ανάγκες μέσα σε ένα χρόνο. Επαναλαμβάνεται σαν κακό αντίγραφο του περσινού εαυτού της. Ακόμα τα ίδια θέλω να φωνάξω. Εκούσια ή ακούσια έχω και φέτος τον ίδιο και απαράλλακτο εθνικό προβληματισμό.

ΝΑΙ;

ΟΧΙ!

Να ξέραμε να πούμε ένα ‘όχι’ εκεί που πρέπει, όπως τότε κι ας μην είναι με κεφαλαία γράμματα.

Να μη ζήσουμε όλη μας τη ζωή ξεπεσμένοι στις συνέπειες των ατελείωτων, βασανιστικών και προβληματικών ‘ΝΑΙ’.

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

ΕυρωΕλληνική Σύγχυση

Φαίνεται πως τον τελευταίο καιρό η ζωή παίρνει πάλι πρωτοβουλίες πάνω μου… είχα σκοπό να διανύσω τον επόμενο χρόνο πάνω σε χιλιόμετρα σωματικής άσκησης με την οποία αποκτώ πια σχέση εξάρτησης και αντί αυτού συμβαίνουν όλοι οι πιθανοί λόγοι καθήλωσης του σώματος και άσκησης του νου μου, ο οποίος πρέπει να είναι προετοιμασμένος από ότι φαίνεται, να αντιμετωπίσει την παραλογία που σέρνεται και έπεται στον πλανήτη ή πιο κοντά μου, στη μικρή Ευρώπη και στην χρεωκοπημένη αλλά στοιβαρά αντιστεκόμενη, ακόμα μικρότερη, Ελλάδα.

Είναι πολλά που δεν εξηγούνται με τη λογική, άρα η άσκηση του παραλόγου στο νου, είναι πλέον επιτακτική ανάγκη για να καταφέρεις να επιζήσεις στον αφρό αυτού που πια εννοούμε με τον όρο ‘καθημερινή ζωή’.

Είναι οικείο σε όσους με γνωρίζουν πως δεν τα πάω καλά με τις αλληλοσυγκρουόμενες πληροφορίες, ειδικά όταν αυτές έχουν τον τίτλο ‘ειδήσεις’, που, μά τις αρκούδες του Μπλέκ, πρέπει να έχουν έναν κοινό παρανομαστή, μια κοινή κεντρική ιδέα, ένα κοινό συμπέρασμα, κάτι ρε παιδί μου. Αλλιώς εμπεριέχουν προσωπικές απόψεις και αρχίζουν να αποκλείνουν από το αντικειμενικό, κι αυτό δεν είναι ‘ειδήσεις’, είναι τάση να κάνω το ‘εγώ’ μου γνωστό στο σύμπαν και την άποψή μου νόμο.


Έχω ξοδέψει οικειοθελώς ένα μεγάλο μέρος του καλοκαιριού μου σε ελληνικές παραλίες και στα απαραίτητα after bathing στέκια (αντί να πάω στις εξωτικές Μαλντίβες που ήταν η εναλλακτική μου) και έχω παρακολουθήσει αρκετά επεισόδια του saga με τίτλο ‘χρεωκοπία’, έχω εμπεδώσει τις, χωρίς επικοινωνιακή παγίδα ασφαλώς, κατανοητότατες δηλώσεις ενός χοντρού που δυναστεύει το αυτί μου και μια ‘καρέκλα’ σε κείνο το κτίριο με τα ιστορικά μάρμαρα, πως ‘βγαίνουμε από τον πυρήνα της κρίσης’, λέει, κτλ. Το’ πε, μη μου πει κανείς ότι ψεύδομαι. Θα ανατρέξω στα αρχεία: ‘Βγαίνουμε από τον πυρήνα της κρίσης’, είπε. Το τόνισε!

Όχι την κρίση. Δεν είπε ψέματα. Ο πυρήνας είναι ένα πράμα που καίει (απ’ αυτό βγήκαμε) και γύρω γύρω του η κατάσταση είναι πιο ανεκτή. Χλιαρή θα λέγαμε. Όχι τόσο δροσερή, αλλά κατά κεί βαρούμε… Τόσο χλιαρή θα έλεγα, όσο περίπου ήταν και στην περίοδο που φλερτάραμε με την κρίση. Τότε που πηγαίναμε και δεν ξέραμε πού… Στο έμπα τότε, στο έβγα τώρα. Πιο αισιόδοξη η στιγμή άρα, από τη φύσης της. Με άλλα συναισθήματα πας να σε σφάξουνε και με άλλα γυρίζεις όταν σου πούνε ‘αυτό ήτανε, πέρασε’. Τη στιγμή που είσαι επί σφαγή λοιπόοοον, έ, την περάσαμε! Πάειιιιιιι… Και είπε βγαίνουμε. Εξακολουθητικός χρόνος που δηλώνει κίνηση. Άρα αυτό που βλέπουμε όλο θα βελτιώνεται. Δεν είπε βγήκαμε. Έγινε. Τέλιωσε. Σημαντική η γραμματική! Μην την υποτιμείς!

Πήρα και γω θάρρος πως απομακρυνθήκαμε επιτέλους ένα βηματάκι από τη χρεωκοπία, άπλωσα τα δίμετρα μαυρισμένα μου πόδια και ξόδεψα με μεγαλύτερη άνεση αλλά και χαρά τα ευρωπαϊκά μου ευρώ, μαλώνοντας μάλιστα λίγους που γκρινιάζανε. ‘Τι ξέρουν όμως αυτοί;’ σκέφτηκα η έμπειρη, πολυταξιδεμένη και έξυπνη συνάμα. Εμένα η ελπίδα που μόλις γεννήθηκε μου έφτανε. Και πέρασα πάλι υπέροχα όπως υπέροχο ήταν και το κλίμα γύρω μου γενικότερα, γιατί κρίση ξεκρίση, η ζωή θέλει καλοπέραση (αυτό το πράμα του έλληνα, δεν μπορεί κανείς να του το σκοτώσει λέμε, πρώτα θα του φύγει η ψυχή και μετά αυτή η λάρτζ συνήθεια).

Και επιστρέφω στον κεντρικοδυτικοευρωπαϊκό βορρά μουυυυ…

Και στο αντίθετο φάκτ. Το ίδιο αντικείμενο δηλαδή, ο ένας το εξηγεί ‘άσπρο’ και ο άλλος το εξηγεί ‘μαύρο’. Πάω δηλαδή στο ‘μαύρο’ τώρα.

Πριν πω καλημέρα, πριν αδειάσω βαλίτσες, αντί για καλώς επέστρεψες αγαπητέ πολίτη μου, κρύο νερό στα μούτρα μου η ελληνική χρεωκοπία. Με ευθύνη δική μου παρακαλώ, προσωπική και αμετάκλητη. Χωρίς χώρο να αντιδράσω. Κι όχι σαν ενδεχόμενο, όχι σαν κάτι που πιθανά να γίνει, αλλά σαν κάτι που σέρνεται στα πόδια μας. ‘Αμάν’, λέω από κεκτημένη ταχύτητα πριν καν ακούσω λεπτομέρειες (το έχω από μικρή που με έπιαναν να κάνω αταξίες, ήταν σίγουρη η αταξία αλλά δεν ήξερα για ποιάν με είχαν πιάσει). ‘Με τσάκωσαν’…

Τίποτα. Απλά χρεωκόπησε η πατρίδα μου και γω έτυχε να είμαι το πιο αντιπροσωπευτικό της και κοντινό τους αντικείμενο, πάνω στο οποίο ο καθένας βγάζει το βιαστή που κρύβει μέσα του. Απλό.

Και μετά τον απαραίτητο χρόνο που θέλει η πληροφορία να ταξιδέψει από το αυτί στον εγκέφαλο, SHIT, φωνάζει το μέσα μου και το μυαλό μου αρχίζει να παθαίνει κράμπες (δείγμα της, τελικώς, ελλειπούς άσκησης, κι ας κήρυττα τη σημασία της προετοιμασίας).

Βγαίνουμε από τον πυρήνα της κρίσης versus Χρεωκοπήσαμε!

Μιλάμε για το ίδιο πράμα;

Ναι.

Κι η λογική εξήγηση που τα συνδέει;

Καμιά!

Πέρα από τη σύγχυση πρέπει τώρα να βρώ τρόπο να επιβιώσω και με διαπιστώσεις:

Τι πετύχαμε εδώ και δυο χρόνια; Πετύχαμε να πάμε στην Κωλοπετινίτσα μέσω Γης του Πυρός;

Είχαμε:
Μια κρίση - Μια χρεωκοπία - Μια μετά κρίση εποχή.

Και τα κάναμε:
Μια κρίση – Έναν απίστευτο δανεισμό – Τον βιασμό ενός λαού – Διεθνή και εγχώριο εξευτελισμό – Απελπισία – Μια χρεωκοπία – Μια μετά κρίση εποχή.

Να μας συγχαρώ!

Σκύβουμε το κεφάλι και λέμε ευχαριστώ σε αφράτα κωλαράκια της Αρείας Φυλής, ενώ δεν έχουμε πάρει γραμμή πως οι διαχειριστές μας (συνεργάτες τους;) τα παίρνουν από Ανέργους, από Συνταξιούχους, από Χαμιλομισθωτούς (επιχειρήσεις δεν υπάρχουν, τις έχουν κλείσει όλες, κι όσες υπάρχουν έχουν έδρα τα Κέϊμαν) παράλληλα με τόνους χρήματος από τας ευρώπας… κι όλο και περισσότερο βουλιάζουμε. Δηλαδή 3+1= -4 με μαθηματικούς όρους. Και αυτό είναι τώρα λογικό και πρέπει να βρώ τρόπο να το κατανοήσω;!

Αλλά σε ποιόν να τα πω πια; Εναλλακτικά τρέχουμε στην πλατεία Συντάγματος (have been there, have done that) που με πολύ μοντέρνα επικοινωνιακά νάζια και διεθνή συναισθηκατικά αλλά και επαναστατικά Νew Αge Μoves and Talks, πανυγυρίζουμε το ότι… ‘ξυπνήσαμε’. Νίψαμε τη μούρη μας δηλαδή κι αν το κατάλαβα καλά, τώρα βάζουμε το μέϊκαπ, σε λίγο θα βάλουμε βρακί και τα πράματα στη θέση τους. Έχουμε ούυυυ χρόνο για… χάσιμο!

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011

Καλοκαιρινές ιστορίες πιθανής ‘ηλίασης’

Είναι η αγαπημένη μου εποχή του χρόνου, καλοκαίρι, κι εγώ πιστή στο ραντεβού μου βρέθηκα πάλι στο νησί της επαγγελίας, να επενδύω σε ήλιο, θάλασσα και λάδι ελιάς. Κακή επένδυση, θα μου πείς. Δε θα αποδώσει τα αναμενόμενα. Kαι γω θα διαφωνήσω πάλι, γιατί εσύ δεν ξέρεις τι σημαίνει αργός θάνατος από έλλειψη βιταμίνης ‘ντέ’ και φαγητό μαγειρεμένο σε νερό με βούτυρο.
 
Θα κάθομαι για ένα μήνα λοιπόν, όπως κάθε τέτοια (αδιαπραγμάτευτη) εποχή, σε κάποια ηλιόλουστη παραλία, να μαζεύω ρινίσματα πολυπόθυτης ‘ντε’ για το χειμώνα που θα ρθεί, κάνοντας παράλληλα ασκήσεις στον εγκέφαλό μου, ο οποίος προσπαθεί (μάταια) να κατανοήσει (πάλι) πως είναι δυνατόν να συνεχίζει να με σερβίρει χαμογελαστή η Αρετή, η οποία δεν έχει ακόμα πληρωθεί για κανέναν από τους προηγούμενους μήνες της εποχιακής εργασίας της, θύμα πιθανώς κι αυτή ενός ακόμα έλληνα επιχειρηματία που θεωρεί πως οι υπάλληλοί του εργάζονται από αλτρουϊσμό ή εσωτερική ανάγκη να παρκάρουν κάπου τη διάθεσή τους για σωματική ή/και πνευματική άσκηση (η μόνη άσκηση στην οποία θα με βρείς σύμφωνη υπό αυτές τις συνθήκες είναι η άσκηση της υπομονής).
Θέλω πολύ να αφήσω ένα τίπ των 100 ευρώ στην Αρετή και να μην αφήσω το αντίτιμο της παραφουσκωμένης απόδειξης που lays before my eyes (ελληνική σαλάτα 14 ευρώ!) και αυτή την κίνηση να τη συνοδεύσω με την επιχειρηματικότατη απάντηση (λεκτική αντιγραφή από την ατάκα του εργοδότη της, τη μέρα της μισθοδοσίας): dont worry, θα στα πληρώσω αργότερα, δεν τίθεται θέμα εμπιστοσύνης, ε;’ (εξάλλου η σπιτονυκοκυρά, το σούπερ μάρκετ και ο γαλατάς απαιτούν να την προμηθεύσουν με πίστωση κόντρα στη δική της θέληση).
Πανηλίθιε, δείγμα προς αποφυγήν επιχειρηματία (θα ήθελα πολύ να ξεστομίσω στο κουστούμι απέναντί μου), ο τουρισμός στη χώρα σου δεν πλήττεται όταν 'παραλείψεις' να πληρώνεις τον προμηθευτή σου (αν πιστέψουμε πως δεν έχεις έσοδο από την 98% πληρότητα που μόλις μου ανέφερες καμαρωτά) ούτε αν παραλείψεις μια φορά να πληρώσεις στην ώρα του τον Μπούλη που το παίζει γενικός και πληρώνεται τελικώς για ότι δεν κάνει, κι εκείνον που σου λέει ότι σου κάνει Μάρκετινγκ (καθυστερημένο προφανώς, αφού αυτές οι δουλειές γίνονται μισό και πλέον χρόνο πριν, για να μην αναφέρω πιο proactive πλάνα και σε σκιάξω).
Η άμεση επαφή με τον τουρίστα σου, εκτός από το air conditioned κάθισμα του λεωφορείου με όλα τα κομφόρ που ίσως του παρέχεις, που μπορεί  να τον επηρεάσει έως ΚΑΙ καθοριστικά προκαλώντας σε μεγάλο βαθμό τη ζημιά που θα πάθεις του χρόνου (τά’ θελες), είναι η κάθε Αρετή που σερβίρει καφέ και σαλάτα κι η κάθε Λένα που καθαρίζει το δωμάτιό του. Οι άνθρωποι που αποκαλείς lower staff. Αν η Αρετή αποφασίσει για αντίποινα να του σερβίρει τη σαλάτα με παραπάνω ξύδι και χωρίς λάδι ή η Λένα χωρίς ενοχή παρατήσει μια σφύγγα κάτω από τα σεντόνια μαζί με λίγη άμμο, εκείνος θα την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια για τη γείτονα, κάνοντάς σου αρνητική διαφήμιση επιπλέον, την οποία θα εξαργυρώσεις –μην ανησυχείς- στο άμεσο μέλλον, κι αυτός εν τω μεταξύ στη γείτονα θα βρεί καλύτερη εξυπηρέτηση, όχι ασφαλώς γιατί οι υπάλληλοι από ικανοποίηση και μόρφωση φέρονται πιο πολιτισμένα και επαγγελματικά, αλλά γιατί πέφτει ακόμα καρπαζιά στο σβέρκο εκεί πίσω στα παρασκήνια και αυτό είναι το μόνο που σου μένει να αντιγράψεις για να κατέβεις στο ποθητό σου επίπεδο, του τριτοκοσμικού, γεμάτου λίγδα στον εγκέφαλο, τύποις ονομαζόμενου για επικοινωνιακούς λόγους, ho-re-ca επιχειρηματία.
Αυτό που συζητάμε τόση ώρα, βλάκα, το λένε τουριστικό προϊόν ή υπηρεσία και το έχεις απόλυτη ανάγκη αφού είναι το ΒΑΣΙΚΟ ΕΞΑΓΩΓΙΜΟ ΠΡΟΪΟΝ ΣΟΥ, με το έσοδο του οποίου οι μύρμηγκες θα ταϊζουν τα τζιτζίκια σου, τον κρύο χειμώνα που θα' ρθεί!

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2011

Σιγά μην κάνω τη διαδρομή κουβαλώντας τον!

Η έναρξη του συμποσίου κηρύχθηκε. Πήρα και γω, ως είθισται, θέση στο στρογγυλό τραπέζι. Απίθωσα, κατά το εθιμικό, όλα τα προβλήματα που κουβαλούσα καιρό τώρα και που καταδυνάστευαν –νόμιζα- τη ζωή μου. Το κάναν όλοι οι καλεσμένοι. Δεν είναι για να φέρεις τη Χαρά εδώ. Αυτή άστην στη Ζωή σου μέσα να αλωνίζει ελεύθερα. Μόνο ότι σε σπαταλάει, ότι σε φθείρει.

Γέμισε το τραπέζι φόβους, ανασφάλειες, τρόμο, αγωνίες και δάκρυ. Είχε μπόλικο πράμα εκεί απάνω. Το κοιτάζαμε καλά καλά. Όλοι. Έπρεπε να σκεφτούμε ώριμα πριν το τέλος του συμποσίου, πριν διαλέξουμε κάτι της προτίμησής μας να πάρουμε μαζί μας στο φευγιό. Ως είθισται και πάλι. Κοίταζα κι εγώ… κοίταζα τους απέναντι, κοίταζα τους δίπλα, κοίταζα τι κείτονταν πάνω στο τραπέζι…

Μα, μάγοι είναι οι πατέρες της ψυχολογίας; Το’ χανε πει αυτοί από παλιότερα! Και νάτο πάλι! Όπως μειωνότανε ο σωρός μπροστά μου, πάνω στο τραπέζι, παρατηρούσα σαν φρεσκομυημένη, ο καθένας άρπαζε στα γρήγορα ότι είχε φέρει. Μην του το πάρει κανείς άλλος και χαθεί. Μη χαθεί αυτό, μη χαθεί αυτός. Δεν ξέρω.

Τελικά πήραμε το δρόμο της επιστροφής φορτωμένοι τα παλιά, γνώριμα, δικά μας προβλήματα. Αυτά διαλέξαμε όλοι. Είτε γιατί το θέλαμε, είτε γιατί ξεμείναμε τελευταίοι και πήραμε ότι είχε απομείνει, ότι δεν ήθελε κανείς. Τα ίδια. Αυτά που φέραμε στη συνάντηση, κουβαλούσαμε τελικά και στο δρόμο της επιστροφής. Τα γνωστά μας, οικεία, αγκαθάκια. Πού να τρέχεις τώρα να εξοικειωθείς με νέα; Αυτά ήταν, κι ήταν ολόδικά μας. Μεγάλα κι άλυτα ή αγαπημένα προβληματάκια, χαζοφοβίες της δεκάρας. Όλα οικεία.

Πήρα και γω τα δικά μου. Αυτά που είχανε μείνει πάνω στο τραπέζι. Αυτά που δεν ήθελε κανείς. Αγαπημένα μου προβληματάκια, χαζοφοβίες της δεκάρας. Καταδυνάστευαν νόμιζα τη ζωή μου, μα όχι πια.

Ο κόσμος έχει αληθινούς λόγους να υποφέρει μερικές φορές, μεγάλα αγκάθια να τον τρυπούν ανελέητα, αλλά η μαμά φύση τον οπλίζει με δυνατά μέσα να τους υπερνικάει. Και προτιμάει το δράμα του ο καθένας από ένα άλλο, μικρότερο αλλά άγνωστό του.

Κι ο φόβος, το δικό σου αγκάθι, τι είναι λες; λέει μια απαλή φωνούλα μέσα μου… Μια παραπλάνηση είναι που σε κρατάει δεμένο στο χώμα. Ένα παιχνίδι του Αγνώστου που νομίζει ότι κάνει κουμάντο, τουλάχιστον όσο βλέπει να μασάς με τα χειριστικά του τερτίπια. Γεννήθηκε σε μια στιγμή που είχε το Μυαλό σου χρόνο για χάσιμο και έκατσε λίγο παραπάνω σε αυτή την ανώφελη Θέση με (στοχευμένο εκ του Αγνώστου) αποτέλεσμα να σε καθηλώνει πέντε εκατοστά από το έδαφος. Αυτός είναι όλος κι όλος ο ρόλος του. Άχαρος. Θρασύδειλος. Ένα σκέτο 'ξου' του λες, αν το σκεφτείς ή αν το τολμήσεις, με σταθερή φωνή καθώς ανεβαίνεις τα σκαλιά της συνέχειας της διαδρομής σου και τρομάζει περισσότερο από σένα πιο πριν. Σκαλί δεν μπορεί να ανέβει!

Ο φόβος δεν μας νικάει στα ψηλά όπως νόμιζα εγώ (σαν και σένα;) κι εξαναγκαζόμουν να μείνω στα χαμηλά για να γλιτώσω. Στα ψηλά φοβάται να ανέβει και κάνω κουμάντο μοναχή. Σιγά μην κάνω τη διαδρομή κουβαλώντας τον!

Παρασκευή 20 Μαΐου 2011

Όλη η ζωή του έλληνα ένας 'καφές'

Είπαμε τσιγάρο τις προάλλες και τι μου θυμήθηκε;

Καφές! Ένας καφές αλά Γκρέκ!

Ακόμα μια διαφορετική ιστορία με περισσότερα από ένα πρόσωπα, που το βαρύ κατακάθι δεν είναι τελικά το highlight του. Από το ‘πάμε για καφέ’ έως το ‘πάρε, για ένα καφέ’, έχει χωρέσει μια ολόκληρη και πολύπλοκα απλή κουλτούρα που καθιστά τον Έλληνα ότι πιο αγαπητό (πως λέμε φραπέ με μπόλικα παγάκια μια πυρωμένη μέρα του Ιούλη) ή ότι πιο ακατανόητο (σίγουρα πολαβαρύ ή ναι-και-όχι) στο σύμπαν ολόκληρο. Κι αν όχι, έτσι και αλλιώς τον κατέστησε κάτι ξεχωριστό που τον ξεκόλλησε πάάάλι από το βαρετό μέσο όρο (αναμφίβολα φίλτρου ή νες).

-Πάμε για καφέ;
-Πάρε για ένα καφέ!
-Καφέ το λένε τώρα…

‘Φίλε υποφέρω, πονάω, καταστρέφομαι’ ή απλά ‘παντρεύομαι’… ‘πάμε για καφέ και θα στα πω όλα’. Αυτός ο καφές δεν είναι όπως όλοι οι καφέδες του κόσμου (παρεμπιπτόντως, τώρα που το σκέφτομαι, μπορεί να αντικατασταθεί ευκόλως από οποιοδήποτε άλλο ρόφημα, αφού δεν είναι καθεαυτού εκείνο που πρωταγωνιστεί αλλά η ιδέα του). Θα λέγεται ‘καφές’ αλλά θα αντικαθιστά ψυχολόγο ή εξομολόγο που σε άλλες χώρες απαιτείται για να αντιμετωπιστεί το καυτό αντικείμενο συζήτησης που θίγεται, αφού το σκaτί ρόφημα ως επιφάνεια και τα αυτιά του φίλου ως ουσία, είναι ίαση για μικρά καθημερινά ή για τα μεγάλα της ζωής και της ψυχής.

‘Φίλε, πάρε και συ ένα καφέ’ κι όλοι ευχαριστημένοι… λες στον εκάστοτε υπάλληλο, από τα χέρια του οποίου εξαρτάται ο θάνατος των ανεπιθύμητων αναμονών σου ή σιγουρεύεται η δουλειά σου, κάτι που σε άλλα μέρη της προηγμένης υδρογείου αντιμετωπίζονται ως φυσιολογικά ρίσκα.

Μόνο εγώ, μια φορά, ε, δε χάθηκε κι ο κόσμος, κανείς δεν θα το μάθει, δεν χαλάω εγώ, μια μονάδα, την πιάτσα…είναι οι δικαιολογίες, που ως εκ θαύματος βρίσκονται πρόχειρες στην πλειοψηφία των χειλιών. Είναι ένα πράγμα στο οποίο αυτός ο λαός λειτουργεί με παραδειγματική ομαδική ψυχή ή μοναδικά πετυχημένο συνδυασμό σκέψης-δράσης, ενώ λίγη αναμονή στο γραφείο του γιατρού δεν έβλαψε κανέναν και πουθενά. Ούτε κανείς άλλος τόλμησε να εφεύρει ένα ‘καφέ’ που θα του μείωνε την ταλαιπωρία. Εξάλλου ‘η ταλαιπωρία είναι μέσα στη ζωή και οι ανορθόδοξοι τρόποι μείωσής της γεννούν προβληματικές κουλτούρες’ λένε κάποιοι… ‘μήπως δημιουργήσαμε προβληματική κουλτούρα;’ λέμε μεις αφελώς… ‘μπαααα’ η πανεπιστημιακού επιπέδου, εμπεριστατωμένη και περιεκτική απάντηση του κυρίου-τάδε μας. Κι είμαστε όλοι καλυμμένοι.

Ο καφές καφές, Ελληνάρα μου! Με 50 δραχμούλες ή με 5 παλιο-ευρώ, στο χέρι ή στο φακελάκι, βρέξει ή χιονίσει, με ήλιο ή με φεγγάρι, στα εύκολα ή στα δύσκολα… είναι στα γονίδιά σου και είναι κοινωνικά καθαγιασμένος! Δεν τον ακουμπάει τίποτα. Ούτε οι οικονομικές δυσχέρειες μειώνουν τη χαρά και την απόλαυση του ‘πάμε για καφέ’, ούτε τα ΔΝΤ καταφέρνουν να λυγίσουν τα ‘πάρε ένα καφέ’ ( μά το ταλαιπωρημένο μου στανιό, συλλογική ανυποταξία αυτός ο λαός!).

Stay, confident και όσο cool ξέρεις εσύ καλά, μίστερ Large μου!

Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

Θέλουμε τον ''κατακλυσμό του Νώε'' μας πάλι

Είναι χειμώνας κάποιου έτους των ακόμα φρέσκων two thoudands και κάτι, αργά το απόγευμα. Μόλις ετοιμάζεται να ξεκινήσει τη βάρδια της η νύχτα, η ώρα που το φως της μέρας δίνει τα ηνία στο φως-προϊόν της τεχνολογικής επανάστασης.

Το’ χαμε πάντα ανάγκη το 'φως'!
(είθε να αναπαύεται το ταλαίπωρο κορμί του φιλότιμου Προμηθέα).

Είμαι μπλοκαρισμένη στην κίνηση σε έναν πολυσύχναστο δρόμο του κεντρικού Βερολίνου και κοιτώ κατάματα τον εχθρό μου -τα αυτοκίνητα που κόβουν την άμεση πορεία μου προς τον τελικό στόχο της ημέρας. Κομμάτια διαμορφωμένης λαμαρίνας με ηλεκτρονικούς εγκεφάλους (που αν η διαμόρφωση έχει γίνει με κομψό τρόπο, όπως κατέχουν καλά οι Γερμανοί, είναι ικανή να φέρει έως και αρσενικούς, κατά πλειοψηφία, εγκεφαλικούς οργασμούς) που το μόνο που δεν μας σερβίρουν είναι καλοψημένο καφεδάκι, αλλά τελικώς αντί να προσφέρουν ένα πετραδάκι βελτίωσης στη ζωή μας, είναι ίσως ο βασικός ένοχος για την καθημερινή ταλαιπωρία μας, εδώ και παντού (μπορεί ακόμα χειρότερα στη Σαγκάη).

Αυτά σκεπτόμενη σηκώνω τα μάτια πιο πάνω από το γνωστό κάδρο μπροστά μου, από την εικόνα που νόμιζα πως ήξερα καλά τόση ώρα που τη χάζευα. Μια εικόνα που το χειρότερό της ήταν η ποσότητα υπομονής που έπρεπε να εξασκήσω μέχρι να πετύχω το πολυπόθητο πενήντα, ίσως και τριάντα, έστω και δέκα χιλιόμετρα ανά ώρα. Δίνει κι αυτό ελπίδα.

Ξαφνικά η εικόνα άλλαξε. Και το χειρότερο στα μάτια μου, άλλαξε κι αυτό.

Η εικόνα άφησε την μονόπλευρη ιδιότητά της και απέκτησε επιπλέον διαστάσεις. Δεν ήταν πια κάτι που έβλεπα αλλά ένα κάτι στο οποίο έπαιρνα μέρος. Ήμουν στοιχείο που συνέθετε το σκηνικό και το σκηνικό κατάφερε κι αναστάτωσε άσχημα τα εγκεφαλικά μου κυτταράκια με το σουρεαλιστικό του στίγμα. Αιτία μάλλον το γενικότερο 'δεν πάμε καλά', αλλά αφορμή το κτίριο μόλις αριστερά μου. Ένας ατελείωτος όγκος από ατσάλι, μπετόν και γυαλί, τόσο γυαλί που αφήνει όλα τα απόκρυφά του σε κοινή θέα.

Και βλέπω τετραγωνισμένους χώρους παραταγμένους σε κάθετη και οριζόντια σειρά, με απόλυτη στοίχιση και συμμετρία, που θεωρώ ασφαλώς ότι είναι γραφεία αλλά θυμίζουν κλουβιά. Όσο καταφέρνει να κλέψει η ματιά μου βλέπω αντικείμενα αφηρημένης τέχνης που μιμούνται γήινες φιγούρες, σκόρπια εδώ και κει, πάνω σε κάποιο γραφείο ή κρεμασμένα σε κάποιο τοίχο. Σε κάποια άλλα σημεία μια πρασινάδα, προσπάθεια μάλλον οπτικής ανάσας ή υπενθύμιση ζωής και ζευγαρωτά δυο-δυο σε κάθε γραφείο επάνω, τα μόνα με ομοειδή συντροφιά, κομμάτια επιτευγμάτων της περήφανης σύγχρονης τεχνολογίας. Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές. Σε αναλογία ένα προς κάθε κλουβί, βλέπω κι ανθρώπινα σώματα, μοναχικά κι αντικοινωνικά πλέον, είτε να κοιτούν τον τεχνολογικό προϊόν μπροστά τους νομίζοντας ότι του έχουν δώσει εντολές δια μέσου ενός 'ποντικού' ή της δημιουργικής, πλέον, αφής, είτε να βαδίζουν από χώρο σε χώρο αναζητώντας ποιος ξέρει τι, κρατώντας στα χέρια χαρτιά με σπουδαίο προφανώς περιεχόμενο για τον παραλήπτη τους. Τουλάχιστον αυτό προδίδει η φροντίδα κατά τη μεταφορά τους.

Τη μια κοιτώ ένα ένα τα κλουβιά, την άλλη ανοίγω το 'φακό' και κοιτώ το σύνολο, τον τεράστιο όγκο από μπετόν, ατσάλι και γυαλί, που προδίδει ξεδιάντροπα το μυστικό των γειτονικών (πέτρινων και μυστικοπαθών) κτιρίων, ενώ ταυτόχρονα συνειδητοποιώ... αυτό το σκηνικό είναι σαν dejavu. Το έχω σίγουρα, κάπου, κάποτε ξαναδεί. Σιγά σιγά θυμάμαι. Είχε ανθρώπινα όντα που κόντευαν να γίνουν ρομπότ από τον υπέρμετρο 'προγραμματισμό', παγιδευμένα μέσα σε γυάλινα κλουβιά με ελάχιστο οξυγόνο, παραμυθιασμένα από κάποιον ισχυρό πομπό ότι ζούσαν μια μορφή γήινης ζωής, ενώ στην ουσία απλά βάδιζαν σχεδόν νεκρά μια προδιαγεγραμμένη πορεία προς κάποιο 'θάνατο', κι αν θυμάμαι καλά το έλεγαν (προ εικοσα-τριαντα-ετίας) 'ταινία θρίλερ'.

Κοίτα που το ζούμε σε live έκδοση πια!

Τί να πω;

Βίβα σε μια τεχνολογία που rulzzzz... την καθημερινότητά μας, τις επιλογές, το περιβάλλον, τις σχέσεις, τη συμπεριφορά και κυρίως την ψυχή μας, κι αυτό το τελευταίο καθρεφτίζεται στα ανέκφραστα μάτια μας. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει επιστροφή και υποθέτω ότι η μόνη ελπίδα του σύμπαντος να μετατρέψει την ταινία από ‘θρίλερ’ σε μια καλή ‘κοινωνική, ανθρώπινη περιπέτεια’ είναι μια νέα καταστροφή αλά Νώε.

Εγώ, ωστόσο, θα αναρωτιέμαι ποιος τυχερός θα πρωταγωνιστήσει ως καπετάνιος της Κιβωτού στη θέση του θείου Νώε και στο ρόλο του 'νερού' που πνίγει τη μάζα, τι μοντέρνο υλικό θα χρησιμοποιηθεί αυτή τη φορά. Ο ανθρώπινος πληθυσμός πάνω στη γη έχει τόσο υπέρμετρα υπέρ-πολλαπλασιαστεί (ναι, μου επιτρέπω την επαναληπτική χρήση λεκτικών μορίων όταν θέλω) που το έργο της νέας 'πλημύρας' θα είναι δύσκολο, αν και πιστεύω ότι το όπλο του ο Συμπαντικός Κυβερνήτης αυτή τη φορά θα το αντλήσει από την ίδια την τεχνολογία και θα είναι πανίσχυρο και αποτελεσματικό.

... και φαντάζομαι ένα χέρι θεϊκό να πιάνει ένα ουράνιο πληκτρολόγιο, να επιλέγει στην λίστα των πολιτών του κόσμου την πρώτη μονάδα... μετά Ctrl+Shift, ακολούθως να επιλέγει την τελευταία στη λίστα μονάδα, συνεχίζοντας να έχει πατημένο Ctrl+Shift να ξε-κλικάρει μερικούς εκλεκτούς για το σπουδαίο ρόλο, τη νέα διάσωση/διαιώνιση του είδους*... και στη συνέχεια εμάς, τους ‘χαμένους’ από χέρι, να μας κάνει όλους ένα υπέροχο και γρήγορο Delete και να μην προλάβουμε να πούμε κιχ, αλλά -ευτυχώς- ούτε να υποφέρουμε ψοφώντας, αφού θα γίνει ακαριαία κι όχι με διάρκεια (ο πνιγμός τα ήθελε τα δυο τρία λεπτά του)... κι αυτό είναι το καλό νέο μέσα στην δημιουργικότατη φαντασία μου, thanx to Τechnology and Lord’s will!


*Ελπίζω ανάμεσα στα εκλεκτά για τη διαιώνιση όντα, να μην συμπεριλαμβάνονται ο υιός του ύπουλου Εχινόκοκκου και κανένα ηλίθιο Τσιμπούρι και επιπλέον, ελπίζω οι κατάρες μου να τα πιάσουν και τα δυο before the sun sets this evening! Επίσης, τα ίδια ελπίζω για τα Κουνούπια που είμαι σίγουρη ότι δεν συνδέονται με τίποτα θετικό στη μάταιη, μίζερη και εντελώς παράφωνη, μικρή ζωή τους.

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

"Με είπαν Γάτα"

Καμιά φορά δεν έχω να προσθέσω απολύτως τίποτα στα λόγια κάποιου. Έτσι έγινε η γνωριμία μου με την Μπέσση Λιβανού, μέσα από τη ''γάτα'' της. Τη θαύμασα, αναγνώρισα στοιχεία γνωστά, έτσι κι αλλιώς την αποδέχτηκα και μου εκμαίευσε σεβασμό. Δεν αμφισβήτησα την ηθική της, γιατί το διαφορετικό που οφείλουμε να σεβόμαστε σε τούτο τον κόσμο, μπορεί να είναι όντως διαφορετικό από εμάς, μπορεί να είναι αυτό ακριβώς που δεν θα κάναμε εμείς και το perspective του να είναι από την απέναντι γωνία, μπορεί να έχει την ηθική ''γάτας'', να παλεύει σαν ''τίγρη'' κι όμως να ζει ανάμεσά μας, να είναι one of us.

Λέει:
'' ...

Με είπαν Γάτα και φυσικά αναφέρονταν στην ηθική μου, την οποία δεν αποδέχονται. Όμως, ποιός έχει το δικαίωμα να καθορίζει τί είναι ηθικό και τι όχι; Τι είναι καλό και τι κακό; Τι είναι σωστό και τι λάθος; Τι νόμιμο και τι παράνομο;
Έζησα τη ζωή μου και συνεχίζω να ζω όχι σύμφωνα με τους νόμους μιας κοινωνίας που μου στέρησε τα αυτονόητα, όπως το δικαίωμα στην παιδική ηλικία, στην οικογένεια, στην ευτυχία. Έζησα και εξακολουθώ να ζω σύμφωνα με τους νόμους που εγώ η ίδια έθεσα, κατά συνείδηση. Σ' αυτούς πιστεύω, σ' αυτούς υποκαούω, για αυτούς λογοδοτώ.
Πάλεψα με νύχια και με δόντια για να φροντίσω και να προστατέψω τον εαυτό μου κι αυτούς που αγάπησα, με όποιο τρόπο μπορούσα. Δεν λιγοψύχισα μπροστά στις δυσκολίες, ούτε επέτρεψα ποτέ σε κανέναν να με κάνει υποχείριό του. Φτηνή δεν στάθηκα ποτέ και κανέναν δεν πρόδωσα. Παρά τις αντιξοότητες, σπούδασα και δούλεψα σκληρά, χρισιμοποιώντας τις γνώσεις και το μυαλό που πήρα από τη μάνα που με γέννησε και εκείνον τον άγνωστο που με έσπειρε.
Δεν ακολούθησα πάντα τους κανόνες και το ομολογώ, γιατί για μένα σωστός τρόπος ζωής είναι εκείνος που σε γεμίζει, που κάνει την αδρεναλίνη να τρέχει στο αίμα σου, εκείνος που σε κάνει να θέλεις να γελάς και να κλαίς μαζί, να ουρλιάζεις σιωπηλά από φόβο, ενώ συνεχίζεις να πολεμάς σαν τίγρη.
Προϋπόθεση φυσικά είναι να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου. Να ξέρεις ποιός είσαι και τι θέλεις. Να μη ζείς με αυταπάπτες.
Έκανα δεσμούς με κάποιους ισχυρούς άντρες. Ποτέ δεν το αρνήθηκα. 'Ομως ποτέ δεν εκβίασα κανέναν. Δεν απαίτησα το παραμικρό. Δεν εξαπάτησα κανέναν. Καμιά υπόσχεση που έδωσα δεν αθέτησα. Όταν ερχόταν η ώρα του τέλους, πρώτη εγώ έκοβα το σκοινί και έφευγα δίχως να κοιτάξω πίσω.
Αρκετές φορές αναγκάστηκα να πάρω το νόμο στα χέρια μου και να απονείμω δικαιοσύνη, όταν και όπως έκρινα απαραίτητο. το έκανα ενσυνείδητα, δίχως κανέναν οίκτο, καμιά ενοχή.
Η αλήθεια πάντα υψώνεται απειλητική σαν αστραφτερό, κοφτερό μαχαίρι, έτοιμη να χτυπήσει αλύπητα όποιον τολμά είτε να την αψηφά είτε να τη θάβει κάτω από προφάσεις, ιδιοτέλειες ή φόβο. Γι' αυτό και ποτέ δεν έπεσα στην παγίδα της παραχάραξής της.
Ό,τι έκανα το πλήρωσα με ιδρώτα και αίμα. Κατάφερα να σώσω την ψυχή μου και δεν χρωστάω τίποτα σε κανέναν. Και αν η ζωή μου κρίνεται ανάρμοστη, τότε ένα μόνο μπορώ να πω: Νιώθω περήφανη όντας μια ανεξάρτητη, μια ανένταχτη γυναίκα. Μια κεραμιδόγατα...
...''

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Τρέλες ο Διογένης!

Τι πλάσμα κι αυτός ο Διογένης ο ‘σκύλος’…
Μερικές φορές ζητιάνευε απ' τ' αγάλματα των θεών, με μεγάλη επιμονή. Όταν τον ρωτούσαν γιατί έκανε αυτό το τρελό πράγμα, έλεγε ''εκπαιδεύομαι στην αποτυχία''.

Κάποιοι γελούσαν μαζί του επειδή κοιμόταν στο πιθάρι, κι εκείνος γελούσε μαζί τους επειδή δεν χωρούσαν στο πιθάρι γιατί ήταν χοντροί. ''Η φιλοσοφία δεν έχει σπίτι γιατί είναι τόσο μεγάλη που δεν χωράει σε κανένα σπίτι και μπορεί να έχει σαν στέγη της μόνο τον ουρανό'' έλεγε.

Μια μέρα, στην αγορά, άρχισε να φωνάζει: ''Ε, άνθρωποι, που είστε;'' Όταν μαζεύτηκαν κάμποσοι, τους πλάκωσε με τη μαγκούρα του, λέγοντάς τους: ''Ανθρώπους κάλεσα εγώ, όχι καθάρματα.''

Τρέλααα... το παλικάρι λέμε! Θεός!

                                          * * *

In other words, σε μια χώρα, μια πόλη και κυρίως μια εποχή που γέννησαν τα πάντα, εφοδίασαν δηλαδή τον πλανήτη μας με τα απαραίτητα 'πρώτα' και αναγκαία για να πορευτεί, όπως: επιστήμη, φιλοσοφία, πολιτισμό (προάγγελοι όλα), αρχές, θεωρίες και άλλες 'τροφές' στις οποίες βασίστηκε όλο το σύγχρονο 'είναι' μας … από ένα τέτοιο σκηνικό, λοιπόν, απουσίαζαν τα ψυχιατρεία (και δη με την σημερινή πολύξερη και αναθρωπιστικότατη έννοια του όρου) κι όπως προκύπτει από έρευνα που δεν έχω κάνει, την οποία βασίζω στην ημιμάθειά μου (ναι, αυτό το πράγμα, που διαθέτω σε μεγάλο βαθμό αφού είναι ανάλογο του εύρους της περιέργειάς μου. Δηλαδή καλύπτει ένα ευρύτερο φάσμα αντικειμένων από αυτό του μέσου ημιμαθή, συνεπώς αυξάνει αναλόγως το εύρος της επικινδυνότητας μου).
 
Όμως (και on topic), υπήρχε ευρεία και νεοαποκτηθείσα δημοκρατία τότε (δε θα είχε προκάνει κι η -γνωστή μας- κατάχρηση να γίνει αφεντικό) κι όπως πάντα, υποθέτω εγώ συλλογιζόμενη, όταν είναι πραγματική η δημοκρατία, σέβεται αν μη τι άλλο την ελευθερία του λόγου, το δικαίωμα της έκφρασης του νου και της ψυχής ΟΛΩΝ. Με αποτέλεσμα να περιφέρονται χωρίς επίβλεψη στους δρόμους, γραφικές φιγούρες με κουρελιασμένα ρούχα και φανάρια στa χέριa, αμολώντας κυνικά 'σοφίες' παράξενες για τον κοινό νου που τα είπε 'τρέλες', ίσως από άμυνα. Ζούσαν σε πιθάρια αφού η φιλοσοφία δεν άντεχε πλαφόν, κι αφού αυτό κάλυπτε τις βασικές τους ανάγκες με κυρίαρχη αυτή της 'πρόκλησης' με στόχο τη διδαχή, αλλά ποτέ δεν εγκλείστηκαν σε κάποιο ίδρυμα με τίτλο που να γεννά απομόνωση ή απόρριψη. Το πολύ πολύ να βάδιζαν οικειοθελώς ως το κοντινότερο Ασκληπιείο αν τυχών βάραινε λίγο η ψυχή, να εξαγνίζονταν αποβραδίς με pure water solutions και μετά από ένα ολονύχτιο session μεταξύ ύπνου-ξύπνιου και ονείρων με θεϊκή παρέμβαση στην ερμηνεία, released να γύριζαν στο πιθάρι τους and life went-really well- on.

Έτσι, αιώνες μετά, ευγνώμονες καρπωνόμαστε εμείς 'σοφίες' που διαφορετικά θα είχαν πάρει το δρόμο για ανήλιαγα κιτάπια -όπως καλά γνωρίζει να κάνει η εποχή μας που τη χαρακτηρίζει άλλο lifestyle και πολύ εξειδικευμένα ψυχοφάρμακα- με αποτέλεσμα να μας έχουν στερήσει γνώσεις όπως αυτή του Mέγα Άρχοντα του πιθαριού και της μεγαλύτερης, ίσως και διαχρονικότερης 'τρελής' αλήθειας ανάμεσα σε όλες από καταβολής κόσμου, που μαρτυρεί την αδιάκοπη πάλη του ανθρώπου μέσα στους αιώνες να βρει… Άνθρωπο!
 

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

Βγήκα για ψώνια

(Και είχα μια σκασίλα θα μου πεις... το ήξερα γι' αυτό το μοιράζομαι.)

Δοθείσης μιας προγραμματισμένης διαδικασίας από αυτές που σε καθηλώνουν να φλερτάρεις επί 24ώρου με τον καναπέ, απατώντας τον μόνο για ένα διακεκομμένο μικρό κομμάτι ύπνου στο κρεβάτι σου, καταναλώνω όσο μπορώ την προσφορά αγάπης, φροντίδας, φιλίας, από το περιβάλλον μου και τεμπελιάζω κανονικά και με το νόμο, έχοντας απενοχοποιήσει κάθε συναίσθημα/τάση που επεμβαίνει αυθαίρετα και πάει να μου χαλάσει αυτή την πρωτόγνωρη εμπειρία. Να μην φροντίζω εγώ δηλαδή, αλλά να με φροντίζουν, προσφέροντάς μου ό,τι έχω ανάγκη. Κρύβοντάς μου δυσάρεστα περιστατικά, χορεύοντας εν πάση περιπτώσει το χορό που εγώ αποφασίζω… έχει πολύ πλάκα. Δηλαδή στην αρχή δεν είναι απλά πλάκα. Είναι υπέροχα για το διεστραμμένο κεφάλι μου. Κάπως έτσι είναι η ζωή της βασίλισσας υποθέτω… και αποφασίζω να τη ζήσω όσο πρέπει (ή εναλλακτικά όσο παίρνει).
-Μου φέρνεις εκείνο σε παρακαλώ;
-Μπορείς να κάνεις αυτό σε παρακαλώ; (ναι, είμαι όπως πάντα ευγενική).
Όλο ‘ναι’ είναι η απάντηση και η απόλαυση δεν έχει τέλος. Αρχικά.

Περνούν οι μέρες όμως, αυτή η κατάσταση είναι άλλη μια κατάκτηση πια που έγινε ρεαλιστική και στη βδομάδα πάνω έχω λαλήσει γιατί πιο πολύ από καλομαθημένη είμαι άνθρωπος των αλλαγών και δεν έχω γεννηθεί για να γυμνάζω υπηρετικό προσωπικό –καθώς διαπιστώνω. Είναι σαν να μου στερεί ανεξαρτησία... πιάστηκα και στον καναπέ. Δεν είναι πια διασκέδαση να χρειάζεσαι βοηθό για πολύ απλά πράγματα όπως τήρηση βασικής υγιεινής. Τα μαλλιά μου τα φτιάχνω καλύτερα μόνη μου και βαρέθηκα να τρώω γεύσεις που κρίνουν οι άλλοι πώς είναι το ‘κανονικό’ τους (δεν είμαι αχάριστη τους ευχαρίστησα όλους όταν η κουζίνα μας έγινε κέντρο διεθνούς μαγειρικής αυτή τη βδομάδα). Τώρα όμως δεν κάνω πλάκα… θέλω να μαζέψω τα μανίκια και δράση… θέλω να βγω έξω… να πάω για ψώνια… γιατί τι άλλο θέλει κάποιος που έχει καταθλιβεί επί μέρες μαντρωμένος; Ψώνιαααααα… Το φυσικό αντικαταθλιπτικό που στοιχίζει λιγάκι σε υλικό αντάλλαγμα αλλά εγγυημένα κάνει θαύματα!

Α, και δω μας έσωσε ο φοβερός σύγχρονος θεός του διαδικτύου καθώς είναι ακόμα αδύνατον να ξεχυθώ στους φυσικούς δρόμους και να σηκώσω ότι αγοράζεται. Ψώνια θες κορίτσι μου; Πάρε ψώνια! Και έτσι το μικρό γκρίζο DELLicate εργαλείο που lays on my belly το μεγαλύτερο μέρος αυτής της εβδομάδας και μου φέρνει κοντά μακρινούς φίλους, άλλαξε πρόθυμα ρόλο. Έγινε παράθυρο στον έξω κόσμο και δη, σε πολυσύχναστους δρόμους γεμάτους εμπορικά. Ο-λα-λάαα… Ξεσήκωσα όλα τα ηλεκτρονικά καταστήματα υλικών απολαύσεων. Δεν άφησα ρούχο για ρούχο, παπούτσι για παπούτσι, αξεσουάρ και τα λοιπά. Σε λίγες μέρες θα αρχίσουν να καταφτάνουν στην πόρτα μου τα αντικείμενα της υπερβολής μου. Θα τα εξοφλήσω χρησιμοποιώντας εκείνο το μαγικό νουμεράκι που έχω αποστηθίσει κι ασφαλώς δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί σας όπως κάνω με τα πάντα και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Είμαι χαρούμενη αλλά ένα κρυμμένο κομματάκι κάπου μέσα μου επαναστατεί ζηλιάρικα… φωνάζει ότι θέλει κι αυτό ‘ψώνια’. Έτσι είμαι εγώ. Το έχω καλομαθημένο το μέσα μου… έχει απαιτήσεις…

Ψώνια και συ βρεεεε;;;  Όκαυ, λέω, πάμε για ψώνια…

Και πιάσαμε να τριγυρίζουμε σε ιντερνετικά δρομάκια γεμάτα καταστήματα πνευματικών προϊόντων και γνώσης. Χαμός. Δεν είχαν τελειωμό. Και κει που γυρίζαμε δεξιά αριστερά να βρούμε κάτι να μας κάνει, πέσαμε εντελώς τυχαία σε μια αλυσίδα καταστημάτων με τίτλο «ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» και είχε μέσα απ’ όοοολα, παιδιά. Πλάτωνας, Αριστοτέλης, Σωκράτης, κτλ. Δεν λέγαμε να ξεκολλήσουμε τα πελώρια πια ματάκια μας από τα προκλητικά προϊόντα. Αναστείλαμε την φυσική τάση φυγής που έτσι και αλλιώς μας χαρακτηρίζει και πιάσαμε κουβέντα με το προσωπικό… αξέχαστη εμπειρία. Κάναμε φιλίες. Τόσο υπέροχα ήταν που θα ερχόμαστε συχνά. Φοβάμαι, βέβαια, μια επερχόμενη εξαρτησούλα, γιατί εμείς ότι επιθυμούμε το επιθυμούμε χωρίς όρια. Δεν έχουμε καλή σχέση με το μέτρο. Αλλά μετά απομυθοποιώ, εκλογικεύω και ηρεμώ. Τι κακό θα πάθουμε από αυτή την εξάρτηση; Άντε να ανέβουμε κάποιο πνευματικό σκαλοπατάκι, σκέφτομαι και πέφτω με τα μούτρα, ενώ εκείνο, το μέσα μου, άδραξε την ευκαιρία και ψώνισε απ’ όλα με μια ικανοποίηση ζωγραφισμένη στη φατσούλα. (!) ‘Μα καλά τόσο πολύ του αρέσουν αυτά τα προϊόντα;’, σκέφτηκα κάποια στιγμή. Δεν το είχα καταλάβει και του προμήθευα αξεσουάρ τελευταία –παραπανίσια, η αλήθεια να λέγεται- έχοντας πειστεί ότι αυτά το κάνουν χαρούμενο. Ε, μπορεί η 47η ζώνη να ήταν υπερβολή. Για δες τι μαθαίνουμε καθηλωμένοι σε ένα καναπέ…

Ε, λοιπόν αυτό το shopping therapy-παιχνίδι το συστήνω. Συνήθως λέω ‘μην το δοκιμάσεις μόνος στο σπίτι’ γιατί το διεστραμμένο μου –όπως προείπα- μυαλό, κάνει μερικές φορές άγρια παιχνίδια με τα όρια και τους ορισμούς του σωστού και του λάθους, του πρέπει και του δεν πρέπει, του κίνδυνος και του ασφαλές, που μπορεί να αποβούν μοιραία για ανυποψίαστους ανθρώπους, εδώ όμως το αναιρώ. Δεν υπάρχει κίνδυνος ατυχήματος. Μόνο να έχετε μαζί σας αρκετές σακούλες για ψώνια, μη χρειαστούν και δεν έχετε που να βάλετε τα purchases… το μόνο για το οποίο σας προειδοποιώ!