Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2013

Δάκρυα Αλήτη

Η παγωνιά ήταν απίστευτη εκείνη τη βραδιά. Δεν έβλεπες ψυχή τριγύρω. Μόνο που και που μια ανθρώπινη σκιά βάδιζε τρέμοντας, με γρήγορο βήμα προς την αγκαλιά κάποιου ζεστού σπιτικού. Η σκυφτή φιγούρα, καθιστή στο παγωμένο σκαλί, συρρικνωμένη από το κρύο, την πείνα και την αρρώστια, έκλαιγε σα μωρό. Μάλλον όχι. Έκλαιγε σαν κάτι πληγωμένες, παγιδευμένες υπάρξεις που λαχταρούν το θάνατο να έρθει να τις λυτρώσει.

Πόνος, μοναξιά και παράπονο.

Μα…

Ήταν κι αυτός παιδί...
(Μάλλον κατώτερου θεού,)
Μιας μάνας γιος, κάπου στη γη
Με καρδιά, ίσως, ακόμα μητρική…

Τόσο νέος, σε γέρικο κορμί!
Τη σάρκα του κατέτρωγε η αρρώστια…
Σπασμένα δόντια, πιο σπασμένο ηθικό,
Αγρίμι ματωμένο, όλο πόνο.

Βρώμικα τα ρούχα πάνω του, φτενά,
Τρύπια τα γάντια μέσ' στην τόση παγωνιά…
Το δάκρυ του θυμάμαι, απ’ όλα, πιο πολύ,
Που Άνθρωπο και Χάδι αναζητεί!

2 σχόλια:

  1. μας κάνετε και δακρύζουμε αγαπητή OriAn....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ...συμμετέχω στον αγώνα να αποποινικοποιηθεί μέσα μας το δάκρυ...

      Διαγραφή